Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Ο θεός αγαπάει το χαβιάρι


Aτσαλάκωτο, άψυχο κι ανούσιο κουφάρι σε σήψη η ταινία του Σμαραγδή έρχεται σαν ιδεολογικό επιστέγασμα μιας πολιτικής που κατάντησε τις πόλεις και τη χώρα κουφάρι... Υπόδειγμα προς αποφυγή η ταινία για τους εκκολαπτόμενους κινηματογραφιστές και παράδειγμα κινηματογράφου προς αποφυγή για τους εκκολαπτόμενους - ή μη - θεατές, ιδιαίτερα γι' αυτούς, που η ίδια η ταινία υποδεικνύει ως φυσικούς της αποδέκτες: τις νεότερες γενιές, τα παιδιά... «Τέχνη» σε πλήρη ευθυγράμμιση με τα ιδεολογήματα του σάπιου αστικού συστήματος και των υπαλλήλων του που - όπως αναφέρει η ταινία - έχουν μια χώρα να «τρέξουν» (να βάλουν δηλαδή σε λειτουργία...) «wehavea countrytorun», όπως δηλαδή λέμ(ν)ε ... να διαχειριστούμε μια επιχείρηση «... abusinesstorun» ... Αρα, χώρα, ίσον επιχείρηση... Αυτό δεν το ζούμε με την εφαρμογή στην πράξη της τέταρτης ελευθερίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης, της ελευθερίας του επιχειρείν; Για να μοιάζουν όμως τα ιδεολογήματα αυτά πλήρη νοήματος, πρέπει υποχρεωτικά να μετατραπούν σε αφηγήσεις αληθοφανείς και λογικοφανείς κι εδώ έρχεται να κουμπώσει ο ρόλος της τέχνης, με ή χωρίς εισαγωγικά. «Τα παραμύθια αλλάζουν την πραγματικότητα» αναφέρεται στην ταινία...
Η συντεταγμένη εκστρατεία προβολής/διαφήμισης της ταινίας κατέλαβε πάραυτα το φάσμα των αστικών ΜΜΕ, που ενώ ποτέ μα ποτέ δε διαθέτουν «χώρο» να δείξουν - κι όχι να αναδείξουν - οτιδήποτε άπτεται των αγώνων της εργατικής τάξης, βρήκαν πολύτιμο τηλεοπτικό χρόνο για να αναδείξουν ως, τουλάχιστον εθνοσωτήριο καλλιτεχνικό γεγονός, μια ταινία που οι παρουσιαστές δηλώνουν ότι δεν έχουν δει... Η βιασύνη της εξουσίας και των ΜΜΕ της είναι απολύτως δικαιολογημένη. Επρεπε να προλάβουν τη σημερινή ημερομηνία που το βαθυστόχαστο πόνημα εκτίθεται, μπλοκάροντας απίστευτο αριθμό αιθουσών στο κοινό που... μπορεί να μην είναι υπερβολικά σινεφίλ, αλλά δεν είναι καθυστερημένο... Ο,τι κάτσει, λοιπόν...
Τι να πρωτοπεί κανείς κι από πού να πρωταρχίσει; Πώς είναι δυνατόν να διαχωρίζει κάποιος ένα γεγονός και να το απομονώνει από τα ιστορικο - πολιτικο - κοινωνικά συμφραζόμενα που το προκαλούν; Η ταινία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ιστορική, γιατί κολυμπά σε ιστορικό vacuum, έξω από ιστορικό χωροχρόνο. Ούτε ψυχολογικό δράμα, γιατί ούτε καν ξύνει την επιφάνεια προσώπων και πραγμάτων. Επική; Πολύ αδόκιμα και χαριστικά μόνο και μόνο γιατί η ιστορία της καλύπτει εκτεταμένο χρόνο. Βασικός όρος/προϋπόθεση των ιστορικών ταινιών είναι να μπορεί ακόμα και ο ανίδεος σε ιστορικά θέματα θεατής να παρακολουθεί και να κατανοεί την εξέλιξη του μερικού (της ιστορίας της ταινίας) ως μέρος του γενικού (της Ιστορίας). Πληροφοριακά εννοιολογικά πυροτεχνήματα τύπου «Ορλοφικά», «Μεγάλη Αικατερίνη», «Κολοκοτρώνης» κ.λπ., με τον τρόπο που αναφέρονται δεν καθιστούν την ταινία ιστορική, αλλά μπερδεύουν έτι περισσότερο, όποιον ανίδεο, διευκολύνοντας τους ελάχιστους κατέχοντες ιστορική γνώση να απορρίψουν την ταινία με ακόμα ισχυρότερα επιχειρήματα. Σημειωτέον ότι το όνομα της Φιλικής Εταιρείας - μέλος της οποίας ήταν ο Βαρβάκης - ούτε καν ακούγεται...
Αυτά, σε αντιδιαστολή με τον υπερτονισμό της σκέτης λέξης/έννοιας «εμφύλιος». Εννοια που οποτεδήποτε αναφέρεται αιωρείται ξεκρέμαστη, διότι, σε περιβάλλον όπου βασιλεύει η πλήρης απουσία ιστορικών συμφραζόμενων, η επιγραμματική αναφορά σε τέτοιου είδους γεγονότα (στον α' εμφύλιο του 1923 ή τον β' του 1924) δεν έχει απολύτως κανένα νόημα. `Η μήπως έχει; Ισως ...μια που τελευταία, οι ελληνικές παραγωγές όλο και στριφογυρίζουν αθώα γύρω από τα άκρα ...
Η αφήγηση κατακερματισμένη από διάφορους αφηγητές, φωνές off, flash back και «οράματα», με έλλειμμα ρευστότητας και επιμέρους με βίαια στακάτο ρυθμό. Η ταινία σαν ενιαίο σύνολο εμφανίζεται ανισόβαρη. Ενώ στα 3/4 τρέχει λες και την κυνηγούν, με ηθοποιούς που λειτουργούν σαν στίγματα στην εξελικτική διαδικασία της αφήγησης, από την εμφάνιση του υιού Βαρβάκη έως το τέλος της, υιοθετεί μια φλύαρη, κενή πλαδαρότητα και αναγκαστικά μεγεθύνει «άσχετους» ρόλους και νεκρούς από δράση χρόνους. Αναρωτιέται κανείς σε τι χρησιμεύουν οι διεθνείς σταρ σε μια ταινία που οι ρόλοι είναι κουκκίδες υπογράμμισης των γεγονότων και όχι χαρακτήρες; Μέχρι και ο άμοιρος ο Κοχ αναζητά, σε όλη τη διάρκεια της ταινίας απεγνωσμένα από κάπου να πιαστεί, ώστε να μπορέσει να ερμηνεύσει κάτι...
Ο,τι εγγράφεται στην ηχητική μπάντα είναι απαράδεκτα ανεξέλεγκτο. Από τη λειτουργικότητα της μεγαλομανώς πομπώδους μουσικής, μέχρι τους διαλόγους/ εκφράσεις «κονσέρβα» και την «κακοφωνία» στη γενική εκφορά - όχι του αγγλικού - του λόγου. Στραμπουλιγμένος, βιαστικός, μη στρογγυλός, με χροιά, χρώμα και μέταλλο που, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, τινάζουν στον αέρα την όποια προσπάθεια δημιουργίας ατμόσφαιρας... Προσπάθεια γιατί η ατμόσφαιρα είναι το ζητούμενο παντού. Μέχρι και στο αξιολύπητο πορνείο καρικατούρα, με στενότητα χώρου και σκηνογραφική ευτέλεια, με τα χαλάκια τα κρεμασμένα στον τοίχο και την κάμερα να «καδράρει» τον καθισμένο στον καναπέ δίπλα σε μια πόρνη, Κοχ, λίγο κάτω από τα γόνατα... Τα μίζερα καδραρίσματα, πάντως, εμφανίζονται συχνά. Για παράδειγμα στην αίθουσα της Αικατερίνης της Μεγάλης, όλα δείχνουν συμπιεσμένα. Πού είναι η αίσθηση της αυτοκρατορικής μεγαλοπρέπειας, των άπλετων χώρων, των τεράστιων αποστάσεων; Μια ύστατη παρατήρηση για το carnavalesco της εμφάνισης Λαζόπουλου στην ομιχλώδη λίμνη που έστελνε κατευθείαν τους συνειρμούς στο ατμοσφαιρικό υδάτινο μυστήριο του αριστουργήματος «UGETSU MONOGATARI» (1953) του Μιζογκούτσι. Δυστυχώς, η σκηνή δεν κατορθώνει σε ατμόσφαιρα να ανταγωνιστεί ούτε την τηλεοπτική ασπρόμαυρη διαφήμιση του ΟΠΑΠ, όπου κάποιος λέει ότι στο όνειρό του είδε πάνω σε μια βάρκα τον ... Βαμβακούλα ... νύφη.
Το sensmoral (ηθικό δίδαγμα) της ταινίας συνοψίζεται στην άξια επιχειρηματικότητα /εφευρετικότητα (βαρέλια από ξύλο φλαμουριάς) του Ελληνα ευπατρίδη με τις έννοιες να επικαιροποιούνται και να παραπέμπουν στο σήμερα. Οι Ελληνες επιχειρηματίες είναι πρωτίστως Ελληνες λέει η ταινία, και επειδή είναι Ελληνες τολμούν να ονειρεύονται... σαν όλους εμάς τους ταπεινούς... και έχουν αίσθηση του εθνικού καθήκοντος. Αφήστε τους πάνω στις δυσκολίες, να ορθοποδήσουν, να στεριώσουν, να μεγαλώσουν και μη φοβάστε, μην ανησυχείτε, Ελληνες είμαστε όλοι, κι αυτοί σαν Ελληνες φιλεύσπλαχνοι προς τους ομοεθνείς τους. Και δουλειές θα δώσουν (12ωρα με 400 ευρώ ανασφάλιστοι) και φιλανθρωπίες άμα χρειαστεί... σε εσάς τους κακομοίρηδες που τους αυγατίζετε τα κέρδη για την επόμενη κερδοφόρα επένδυση... Η εργατική τάξη πρέπει να μάθει να είναι ευγνώμων στα αφεντικά και σε δύσκολες ώρες, όπως έπραξε στο παρελθόν η φυλή να δείχνει ομοψυχία και να πληρώνει αγόγγυστα αυτά που, δια νόμου, δεν πληρώνουν οι πάμπλουτοι... Κι όταν, με τη βοήθεια του Θεού που αγαπάει το χαβιάρι, «αλλά μισεί το προλεταριάτο» - όπως έξυπνα και δηκτικά αναφέρει ο Αμερικανός κριτικός Nicholas Bell - βγούμε στο ξέφωτο τότε... τότε...
Η αθωότητα, μοναδική προϋπόθεση κριτικής ιδιότητας για την ταινία του - έτσι δήλωσε δημόσια ο σκηνοθέτης - ιδιαίτερα όταν εδράζεται σε άνθρωπο ενήλικα, στην άκρως απο-αθωοποιημένη εποχή μας, κλίνει μάλλον προς τη βλακεία και όσοι την υπερτιμούν και την εκθειάζουν μάλλον έχουν συμφέροντα απορρέοντα απ' αυτήν...
Παίζουν: Κατρίν Ντενέβ, Σεμπάστιαν Κοχ, Χουάν Ντιέγκο Μότο, Τζον Κλιζ, Εβγκένι Στικχίν, Λάκης Λαζόπουλος, κ.ά.
Παραγωγή: Ελλάδα, Ρωσία, Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία, Ισπανία (2012).
Ριζοσπάστης

Δεν υπάρχουν σχόλια: